Συγγραφή: Επάγγελμα ή χόμπι;
Συγγραφή: Επάγγελμα ή χόμπι;
“Το να βρεις το σωστό επάγγελμα είναι σαν να βρίσκεις την ψυχή σου σ΄ αυτόν τον κόσμο” είχε πει κάποτε ο Ιρλανδός ποιητής, Thomas Moore. Άραγε, η συγγραφή είναι επάγγελμα ή χόμπι; Πώς αντιμετωπίζονται σήμερα, οι Έλληνες συγγραφείς; Έχουν εργασιακά δικαιώματα; Για να μας δοθούν απαντήσεις και να ακούσουμε τη δική τους γνώμη, επικοινωνήσαμε με τέσσερις συγγραφείς. Ο κ. Παναγιώτης Δεληγιάννης, η κ. Γεωργία Κακαλοπούλου, ο κ. Μάριος Καρακατσάνης και η κ. Χριστίνα Καρρά, μας μίλησαν με χαρά.
ΠΩΣ ΕΚΔΟΘΗΚΕ ΤΟ ΠΡΩΤΟ ΒΙΒΛΙΟ
Αρχικά, τους ρωτήσαμε, ποια διαδικασία ακολούθησαν για να εκδοθεί το πρώτο τους βιβλίο. Ο κ. Καρακατσάνης, συγγραφέας των βιβλίων, “Άμυ ΙΙ: Η αποκάλυψη ενός αγγέλου”, “Το σπίτι του Κάιν”, “Άμυ” (εκδόσεις Λιβάνη) απάντησε: ” Το πρώτο μου βιβλίο ήταν το “Ξύπνημα” και το έστειλα σε 3-4 εκδοτικούς οίκους, αναμένοντας με αγωνία την απάντησή τους. Όλοι μου απάντησαν θετικά, αλλά ήθελαν να συμμετάσχω στην έκδοση με ένα ποσό που κυμαινόταν από 1000 έως και 7000 ευρώ. Προφανώς και τους απέρριψα, γιατί δεν ανήκω σε αυτούς που πληρώνουν για να εκδώσουν. Έτσι, το έδωσα στην Bookstars, η οποία το ανέλαβε εντελώς δωρεάν. Στην πορεία, μια πολύ καλή φίλη συγγραφέας, με ρώτησε αν θα επιθυμούσα να με συστήσει στον εκδοτικό της οίκο, ώστε να το αναλάβει, υπό καλύτερες εκδοτικές συνθήκες. Η αλήθεια είναι πως η Bookstars δεν ήταν και η καλύτερη επιλογή. Ο εκδοτικός της οίκος με δέχτηκε. Από εκείνη την στιγμή άρχισα να διανύω και επίσημα τον δρόμο μου προς την συγγραφή.”
Η ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ
Η συγγραφέας των βιβλίων “Όσα αγαπήσεις θα ‘ναι ξένα” (Λιβάνη) , “Έκπτωτοι φύλακες” (Ωκεανίδα), “Η υπόσχεση” (Λιβάνη), “Μελωδία στη θύελλα” (Λιβάνη), κ. Γεωργία Κακαλοπούλου, απάντησε: “Για μένα η διαδικασία ήταν σχετικά απλή, στην πρώτη μου προσπάθεια για έκδοση. Παρέδωσα δια χειρός τα χειρόγραφα μου σε έναν εκδοτικό οίκο κι ομολογώ πως έγινα σε σχετικά μικρό χρονικό διάστημα αποδεκτή.” Την δική του απάντηση, έδωσε και ο κ. Παναγιώτης Δεληγιάννης, συγγραφέας των βιβλίων “Στόχος” και “Δευτέρα Παρουσία” (εκδόσεις Λιβάνη): “Η τυπική διαδικασία που ακολουθούν όλοι οι νέοι συγγραφείς. Έστειλα το χειρόγραφό μου και περίμενα υπομονετικά”. Η κ. Χριστίνα Καρρά που πρόσφατα έγραψε το βιβλίο: “Γιατί το λεμονάκι δεν ήθελε να γίνει ποτέ πεπονάκι” (εκδόσεις Σιδέρη Μιχάλη), δήλωσε: “Ακολούθησα την κλασική διαδικασία. Έστειλα το έργο που θεωρούσα πως αξίζει να εκδοθεί σε όλους σχεδόν τους εκδοτικούς οίκους, μικρούς και μεγάλους και περίμενα την απάντησή τους.”
Μ. ΚΑΡΑΚΑΤΣΑΝΗΣ: “Η ΣΥΓΓΡΑΦΗ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑ”
Έπειτα, τους ζητήθηκε να εντοπίσουν τα αρνητικά και τα θετικά του επαγγέλματος. Ο κ. Καρακατσάνης δήλωσε τα εξής: “Καταρχάς, η συγγραφή στην Ελλάδα δεν είναι επάγγελμα. Είμαστε η μόνη χώρα στον κόσμο που το κράτος δεν πληρώνει τον συγγραφέα, για να εκδίδει κάποιο συγγραφικό έργο κάθε χρόνο. Θα μου πείτε “ναι γιατί τότε θα γεμίζαμε με “σαβούρες” απλά και μόνο για να εισπράττουν χρήματα”. Και θα απαντήσω και εγώ “ναι, γιατί τώρα δεν έχουμε; Αφήστε που προφανώς θα υπάρχουν κάποια αυστηρά κριτήρια. Δεν θα μοιράζουν τόσα κράτη, έτσι, αβέρτα τα λεφτά τους.” Επίσης, ως χώρα δεν έχουμε αναγνώστες. Πρόσφατη έρευνα που αφορούσε την ανάγνωση βιβλίων στις χώρες των Βαλκανίων, έγραφε πως ενώ όλες τους ανήκουν στο ποσοστό των 7,1 βιβλίων την ημέρα, η Ελλάδα ανήκει στο 1,2! Το λες και απόλυτη ντροπή. Προφανώς όλα αυτά ανήκουν στα αρνητικά του «επαγγέλματος». Στα θετικά είναι αυτό το ελάχιστο ποσοστό που ακόμα, θεωρεί την ανάγνωση, μια μορφή διασκέδασης και εσωτερικής αναζήτησης. Το οποίο είναι φανατικό, πιστό και σε πλημυρίζει με αγάπη.”
ΤΑ ΘΕΤΙΚΑ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΝΗΤΙΚΑ ΤΗΣ ΣΥΓΓΡΑΦΗΣ
Συνοπτικά για την συγγραφή, ο κ. Δεληγιάννης είπε: “Τα “μπράβο” δεν σε χορταίνουν. Έχουν ξεπεταχτεί πολλοί μικροί «αυτοεκδοτικοί-μανιτάρια» που με ένα υψηλό αντίτιμο και ακόμα μεγαλύτερα λόγια είναι έτοιμοι να εκμεταλλευτούν το μεράκι σου. Στο μικρό εκδοτικό χωριό που ζούμε, αν θες να εξασφαλίσεις την άνοδό σου στον χώρο, μπορείς απλά να τα έχεις καλά με όλους, να τους χαϊδεύεις και να σου χαϊδεύουν τα αυτιά.” “Το θετικό και το αρνητικό καμιά φορά είναι υποκειμενική υπόθεση” δήλωσε η συγγραφέας κ. Καρρά. Η ίδια συνέχισε: “Σε ό,τι αφορά λοιπόν εμένα, αρνητικά θα θεωρούσα την ασάφεια που υπάρχει, όταν απορρίπτεται ένα έργο. Συνήθως δεν αναφέρονται οι σαφείς λόγοι δηλαδή τι ακριβώς δεν άρεσε. Και το ότι αν δεν ανήκεις στην “ελίτ” των συγγραφέων κι αν δεν είσαι διαρκώς ο “μαϊντανός” των social media, έχει αρκετή δυσκολία να αναγνωριστεί το έργο σου. Μην ξεχνάτε ότι ζούμε στην εποχή του “φαίνεσθαι” κι όχι του “είναι”! Θετικό είναι σίγουρα το γεγονός ότι υπάρχει μια ηθική ικανοποίηση όταν κρατάς στα χέρια σου το βιβλίο σου. Και η αγάπη που εισπράττεις, από όσους κατάφερες να κερδίσεις, μέσα από τις αράδες σου.
Γ. ΚΑΚΑΛΟΠΟΥΛΟΥ: “ΤΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΤΩΝ ΣΥΓΓΡΑΦΕΩΝ ΔΕΝ ΑΠΟΔΙΔΟΝΤΑΙ”
Στην ίδια ερώτηση, η κ. Κακαλοπούλου, απάντησε: “Υπάρχουν αρνητικά φυσικά. Τα δικαιώματα των συγγραφέων -που εκτός του ότι είναι ελάχιστα σε σχέση με το έργο που προσφέρουν και όσα άλλα επαγγέλματα “στέκονται” επάνω στη δική τους δουλειά,- δεν αποδίδονται από κάποιους εκδοτικούς. Ένα ακόμη αρνητικό, είναι η μικρή αγορά της χώρας μας και φυσικά το ακόμη μικρότερο ποσοστό αναγνωστών, σε αντίθεση με την πληθώρα των εκδόσεων και των δημιουργών. Τα θετικά του επαγγέλματος; Από μόνη της η συγγραφή, το ίδιο το ας πούμε “αντικείμενο” είναι ό,τι ομορφότερο και δημιουργικότερο μπορεί να ζητήσει κανείς.”
Γ.ΚΑΚΑΛΟΠΟΥΛΟΥ: “Ο ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ ΕΙΝΑΙ ΨΥΧΙΚΟΣ ΑΡΩΓΟΣ”
Η κ. Κακαλοπούλου αναφέρθηκε στα επαγγελματικά δικαιώματα που δεν είναι τα ίδια με τους υπόλοιπους εργαζόμενους. “Και αυτό πρέπει να αλλάξει” τόνισε.”Ο συγγραφέας είναι ένας σκληρά εργαζόμενος. Χρειάζονται ώρες δουλειάς, πνευματικής και σωματικής εργασίας για να γεννηθεί ένα σωστό και άρτιο βιβλίο. Είναι λειτούργημα από αυτά που θα έπρεπε κανονικά να πληρώνονται αδρά. Ο συγγραφέας είναι καθοδηγητής, διασκεδαστής, δάσκαλος, πνευματικός σύντροφος, γαλουχητής, ψυχικός αρωγός. Είναι ένας δεύτερος εαυτός για τους αναγνώστες και η “ιδέα” που παράγει είναι ανεκτίμητη.”
Μ. ΚΑΡΑΚΑΤΣΑΝΗΣ: “ΌΤΑΝ ΛΕΣ ΟΤΙ ΕΙΣΑΙ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ, ΣΕ ΚΟΙΤΑΖΟΥΝ ΜΕ ΜΙΣΟ ΜΑΤΙ”
“Στην Ελλάδα όταν λες ότι είσαι συγγραφέας, αρκετοί σε κοιτάζουν με “μισό μάτι”. Γιατί πολύ απλά σε θεωρούν τεμπέλη ή βαρεμένο. Όσο για τα δικαιώματα, έναντι με τα άλλα επαγγέλματα, εδώ, απλά γελάμε. Αφού, το ίδιο το κράτος, δεν το αναγνωρίζει ως επάγγελμα.” απάντησε ο κ. Καρακατσάνης. Στη ίδια ερώτηση, η κ. Καρρά δήλωσε: “Αυτό θα σας το απαντούσε με επιχειρήματα ένας πολύ αναγνωρισμένος συγγραφέας, καλύτερα από μένα. Αυτός που βρίσκεται ακόμη στα πρώτα σκαλοπάτια της καριέρας του, δεν αντιμετωπίζεται τόσο ως επαγγελματίας, κάτι που σημαίνει πως τα δικαιώματά του είναι μάλλον λίγα.”
Χ. ΚΑΡΡΑ: “ΔΕΝ ΑΝΟΙΓΟΥΝ ΕΥΚΟΛΑ ΠΟΡΤΕΣ”
“Δεν μου ήρθαν όλα αμέσως και εύκολα. Φανταστείτε έναν άνθρωπο από μία επαρχιακή πόλη, δίχως κάποιες γνωριμίες στον χώρο (δυστυχώς παντού παίζουν τον ρόλο τους, ας μην γελιόμαστε!) που προσπαθεί να καταφέρει κάτι σε επίπεδο εκδοτικό.” ανέφερε η κ. Καρρά, όταν ερωτήθηκε για τις δυσκολίες που συνάντησε. Η ίδια συνέχισε: “Η απόρριψη ήταν το λιγότερο που με πτόησε. Πάντα θα υπάρχει και ίσως να σε πεισμώνει και περισσότερο. Δεν ανοίγουν εύκολα πόρτες. Στην αρχή μπορεί και να σου υποσχεθούν πράγματα κι έπειτα να μη τηρηθεί τίποτα. Η μεγαλύτερη δυσκολία είναι λοιπόν ότι πρέπει να έχεις μεγάλο απόθεμα υπομονής και να βρίσκεσαι σε φάση που μπορείς να ανταπεξέλθεις στη οικονομική συμμετοχή που απαιτεί ο εκάστοτε οίκος.”
ΠΩΣ ΞΕΠΕΡΑΣΕ ΤΙΣ ΔΥΣΚΟΛΙΕΣ Ο κ. ΚΑΡΑΚΑΤΣΑΝΗΣ
“Την έλλειψη διανομής, την παντελή έλλειψη πληρωμής, την έλλειψη προώθησης στα social media κλπ” ανέφερε ο κ. Καρακατσάνης για τις δυσκολίες που αντιμετώπισε. Για το πώς τις ξεπέρασε, σχολίασε: “Πολύ απλά, αποφάσισα να πάρω την κατάσταση στα χέρια μου. Τι σημαίνει αυτό; Άρχισα να προωθώ μόνος τα έργα μου παντού, να συνάπτω δημόσιες σχέσεις με όλες τις βιβλίο-ομάδες και τους αναγνώστες τους, να “λιώνω παπούτσια”, πηγαίνοντας σε βιβλιοπωλεία και να μιλάω για το βιβλίο μου στους πελάτες τους, να κολλάω αφίσες στις εισόδους τους (σε όσα μου το επέτρεπαν), να φτιάχνω βίντεο, banner, λογότυπα και ότι άλλο μπορείτε να φανταστείτε και να τα προωθώ στο facebook, να αγοράζω βιβλία μου και να τα προσφέρω σε διαγωνισμούς σε πολλές βιβλίο- ομάδες. Γενικά έκανα ό,τι περνούσε από το χέρι μου, αφιερώνοντας απίστευτο κόπο αλλά και χρόνο. Τίποτα δεν μου χαρίστηκε.
Π.ΔΕΛΗΓΙΑΝΝΗΣ: “ΝΑ ΣΤΟΧΕΥΕΙΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΡΧΗ ΨΗΛΑ”
Ο κ. Δεληγιάννης, δήλωσε: “Οι δυσκολίες υπάρχουν όταν προσπαθούν να σε εκμεταλλευτούν. Προσοχή, λοιπόν, στα μικρά μανιτάρια – αυτοεκδοτικούς (τα οποία ξεπετάγονται στον χώρο έτοιμα να σας εκμεταλλευτούν) που θα σας πλησιάσουν (ή θα τα πλησιάσετε λόγω άγνοιας), γνωρίζοντας ότι δεν έχετε εμπειρία στον χώρο. Τα μικρά είναι συνήθως τα πιο δηλητηριώδη. Όταν στοχεύεις, καλύτερα να στοχεύεις από την αρχή ψηλά.” Πιο λακωνική ήταν η κ. Κακαλοπούλου που απάντησε τα εξής: “Πιστεύω πως δεν υπάρχει συγγραφέας που να μην αντιμετώπισε έστω κι ένα πρόβλημα, προσπαθώντας να εκδώσει βιβλίο.”
Π. ΔΕΛΗΓΙΑΝΝΗΣ: “Η ΕΛΛΑΔΑ ΔΕΝ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΘΡΕΨΕΙ ΤΟΣΕΣ ΠΕΝΕΣ”
Αρνητικά απάντησαν και οι τέσσερις συγγραφείς, όταν ερωτήθηκαν, εάν μπορεί κάποιος να επιβιώσει μόνο από την συγγραφή και την έκδοση ενός βιβλίου. Συγκεκριμένα, η συγγραφέας κ. Κακαλοπούλου, ανέφερε: “Είναι μετρημένοι στα δάχτυλα του ενός και μόνο χεριού οι συγγραφείς που καταφέρνουν να επιβιώσουν από την συγγραφική τους δουλειά στην Ελλάδα”. Ο κ. Δεληγιάννης απάντησε: “Αν έχει μάθει στην “αεροφαγία”, μπορεί. Η Ελλάδα είναι μια μικρή αγορά η οποία δεν μπορεί να θρέψει τόσες πένες.” Η κ. Καρρά δήλωσε: “Δεν νομίζω. Τουλάχιστον έτσι το βλέπω εγώ αυτή την στιγμή.” “Ξεκάθαρα όχι. Γιατί τα ποσοστά είναι τόσο λίγα που για να μαζέψεις ένα αξιοπρεπές ποσό, θα πρέπει να πουλήσεις στα αλήθεια, 50 και 60 χιλιάδες αντίτυπα και όχι στα πλαίσια μαρκετίστικου κόλπου, όπως κάνουν ορισμένοι εκδοτικοί στα εξώφυλλα των βιβλίων τους” ανέφερε ο κ. Καρακατσάνης.
ΤΑ ΠΟΣΟΣΤΑ ΕΝΟΣ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ
Ο ίδιος τόνισε: “Το ποσοστό ενός συγγραφέα στους εκδοτικούς οίκους είναι 10-15% επί των πωλήσεων, για κάθε βιβλίο και όσο πουλάει αυτό πάει ακόμα και 1%. Άρα μιλάμε καθαρό κέρδος για τον συγγραφέα 1 με 1,5 ευρώ για κάθε βιβλίο, ανάλογα πάντα και με την αρχική του τιμή. Επίσης, κάποιοι εκδοτικοί αναφέρουν στα συμβόλαια τους ότι θα πληρωθεί ο συγγραφέας, μετά την πώληση του 1000του βιβλίου. Και ερωτώ ποιος νέος συγγραφέας θα πουλήσει σε έναν χρόνο 1000+1 βιβλία; Κανείς! Επίσης τα βιβλιοπωλεία για κάθε παρουσίαση που κάνεις εκεί, απαιτούν το 50% επί των πωλήσεων. Άρα τι θα μείνει στον εκδοτικό και τι θα περισσέψει για τον συγγραφέα; Αλήθειες που ελάχιστοι τις γνωρίζουν.”
ΜΕ ΤΙ ΑΣΧΟΛΟΥΝΤΑΙ ΠΑΡΑΛΛΗΛΑ ΜΕ ΤΗΝ ΣΥΓΓΡΑΦΗ
Γι αυτό, παράλληλα με την συγγραφή, και οι τέσσερις συγγραφείς, ασχολούνται επαγγελματικά με κάτι άλλο. Έτσι, η κ. Γεωργία Κακαλοπούλου εργάζεται ως υπάλληλος γραφείου σε μία εταιρεία, και η κ. Χριστίνα Καρρά είναι καθηγήτρια Γερμανικών. Ο κ. Παναγιώτης Δεληγιάννης εργάζεται ως γυμναστής και σερβιτόρος. Ο κ. Μάριος Καρακατσάνης, δήλωσε πως εκτός από τα βιβλία γράφει και στίχους που τους μελοποιεί ο κ. Μιχάλης Σούμας. Έχει ένα κανάλι στο youtube, όπου ανεβάζει βίντεο ποικίλης θεματολογίας. Πρόσφατα ξεκίνησε μια επένδυση στον κόσμο της μελισσοκομίας, αγοράζοντας κυψέλες, σε συνεργασία με τα ξαδέρφια του. Δουλεύει, επίσης, ως τεχνικός στον ΟΤΕ “για να μπορώ να έχω ένα σταθερό εισόδημα και να επενδύω στα όνειρά μου” όπως ανάφερε χαρακτηριστικά.
ΤΙ ΕΙΝΑΙ Η ΣΥΓΓΡΑΦΗ
Η συγγραφή είναι ένα χόμπι ή ένα επάγγελμα; Η κ. Κακαλοπούλου κατέληξε: “Είναι χόμπι για τους ματαιόδοξους και αυτούς που πιστεύουν πως θα γίνουν ξαφνικά πλούσιοι γράφοντας ένα ή δυο βιβλία. Είναι όμως επάγγελμα που συνδέεται άμεσα με την ίδια την ψυχή του “επαγγελματία-συγγραφέα” για το οποίο εκείνος ιδρώνει, προβληματίζεται, κοιλοπονά και γεννά, δημιουργεί από το τίποτε το παν.” Ο κ. Δεληγιάννης σχολίασε: “Για αυτούς που την αγαπούν πάντα θα είναι χόμπι, ακόμα και αν ζουν από αυτό. Όταν κάνεις κάτι με αγάπη και μεράκι, πάντα θα είναι χόμπι.” “Για μένα, δεν είναι τίποτα από τα δύο. Είναι κατάθεση ψυχής και μεράκι” δήλωσε η κ. Καρρά. “Στην Ελλάδα ξεκάθαρα χόμπι.” ανέφερε ο κ. Καρακατσάνης και συνέχισε: “Εκτός Ελλάδος ναι, μπορείς να ζήσεις από αυτό και μάλιστα με αξιοπρέπεια.”
ΔΥΣΚΟΛΟΣ Ο ΔΡΟΜΟΣ ΤΗΣ ΣΥΓΓΡΑΦΗΣ
Ο δρόμος της συγγραφής, δεν είναι ασφαλτοστρωμένος. Ο συγγραφέας, θα συναντήσει πέτρες, μεγάλες και μικρές, κρυμμένες παγίδες και επικίνδυνες στροφές. Πολλές φορές θα δακρύσει πάνω στα γραπτά του. Θα τα σχίσει σε χιλιάδες κομμάτια, μετά από μία απόρριψη. Θα σκεφτεί να τα παρατήσει, όταν δει πως αντιμετωπίζεται ως “χομπίστας” και όχι ως επαγγελματίας. Μα μόλις σκεφτεί τον επόμενο του “ήρωα”, θα βάλει σε σειρά, τις λέξεις ξανά. Θα προσφέρει στον αναγνώστη ένα νέο ταξίδι.
Συνοψίζοντας, η δουλειά του συγγραφέα είναι πολύ σημαντική. Αλλά, δυστυχώς στην Ελλάδα, έχει ελάχιστα επαγγελματικά δικαιώματα. Αυτό θα πρέπει να αλλάξει άμεσα.
(Ευχαριστούμε πολύ και τους τέσσερις συγγραφείς)